Μετά τη συνθήκη της Λοζάνης (30 Ιανουαρίου 1923), και την ανταλλαγή πληθυσμών που προβλέπονταν από αυτήν, οι ελληνορθόδοξοι πληθυσμοί που εγκατέλειψαν τη σημερινή Τουρκία ήταν δυσανάλογα πολυπληθέστεροι από τους μουσουλμάνους που έφυγαν από την Ελλάδα (η αντιστοιχία ήταν περίπου 3:1). Τα ήδη υπάρχοντα σπίτια των μουσουλμάνων ήταν ελάχιστα σε σύγκριση με τους πρόσφυγες που κατέφθασαν εδώ. Γι' αυτό και πολλοί πρόσφυγες επεδίωκαν να πάνε σε περιοχές όπου υπήρχαν ήδη σπίτια για να μείνουν. Η Περαία ήταν τότε χωράφια και έλος που καταλάμβανε την περιοχή ανάμεσα στη σημερινή Δευκαλίωνος & Ξενίου Διός.
After the Treaty of Lausanne (January 30, 1923) and the exchange of populations, the Greek Orthodox populations who left what is now Turkey were disproportionately more numerous than the Muslims who departed from Greece (the ratio was approximately 3:1). The existing homes of the Muslims were very few compared to the number of refugees who arrived here. That is why many refugees wanted to settle down to areas where there were houses, available to live in. At that time, Perea was farmland and a marsh, occupying the area between what is now Defkalionos and Xeniou Dios streets.
Στις 15 Αυγούστου ήλθε ένα πλοίο στην Πρέβεζα επιβιβαστήκαμε όλο το χωριό σχεδόν πλην 12 οικογένειες που προτίμησαν να μείνουν εκεί. Μετά δυο μέρες φτάσαμε στη Θεσσαλονίκη, μας βγάλανε στο Καραμπουρνάκι, εκεί καθίσαμε 3 μέρες και από εκεί με στρατιωτικά αυτοκίνητα μας μετέφεραν στο σταθμό Κωνσταντινουπόλεως. Τότε εκείνα τα μέρη ήταν όλα άδεια δεν υπήρχαν ούτε χωριά ούτε συνοικισμοί παντού ερημιά. Εκεί μείναμε 10 μέρες και ζητήσαμε να μας μεταφέρουν σε τούρκικα χωριά να στεγαστούμε να μας δώσουν από κανένα ζώο, σπόρους και χωράφι να καλλιεργήσουμε γιατί ερχόταν χειμώνας και αν δεν σπέρναμε δεν θά'χαμε να φάμε ψωμί τουλάχιστον τον άλλο χρόνο. Από τους χωριανούς μερικοί που ήταν τεχνίτες δεν ακολούθησαν, έφυγαν και πήγαν απέναντι όπου στήσανε ένα νέο χωριό την Νέα Καλλίπολη (Περαία)
Αφήγηση Χρήστου Γιακαμόζη
Κατεβαίνω πρωί στο καφενείο του Καλλιπολίτη του Καλαμπόκη, που ήταν στην παραλία δίπλα στο κτίριο του Κονιόρδου, θυμάμαι Κυριακή ήταν, και βρίσκω ένα πατριώτη μου από την Καλλίπολη το Χαράλαμπο το Σκαρτάδο. Μου λέει:
-Άκουσα ότι αντίκρυ θα κάνουν ένα χωριό. Τί λες δε πάμε να δούμε;
Το δίνουμε δρόμο πρωί πρωί με τα πόδια γιατί τότε δεν είχε νε συγκοινωνία νε ζώα να μας κουβαλάνε. Πιάνουμε τη Γεωργική Σχολή μετά συναντάμε ένα ποταμάκι, βγάνουμε τα πανταλόνια, τα παπούτσια για να μη βραχούμε, περάσαμε, συνεχίσαμε και παραλία παραλία ήρθαμε ίσαμε εδώ πέρα. Γιομάτη η παραλία από φύκια βουνά ολόκληρα σκέτη ζούγκλα. Πίσω από την παραλία τα τσαΐρια γιομάτα νερά, ο κάμπος και τα υψώματα ερημιά μόνο κάτι κολτσίδες σα δέντρα, αγκορντσιές και αγριοσκιές. Αλλά βρε παιδάκι μ’ μόλις ανεβήκαμε ψηλά και είδαμε προς τη θάλασσα σα να ήμουνα στο Γαλατά τόσο πολύ μου τον θύμιζε η τοποθεσία. Είπαμε εδώ θα’ρθούμε.
Και ήρταμε στην αρχή πέντε έξη οικογένειες το Νοέμβριο αλλά εδώ δεν είχε νε σπίτι, νε νερό, νε φαΐ, μήτε δρόμοι να περπατάμε. Κάποιοι ερχότανε βάζανε κάνα δυο ντουβάρια με πλιθιά δεν αντέχανε φεύγανε. Χωριό γίναμε όταν ήρθανε Γαλατιανοί από την Πρέβεζα τον Αύγουστο του 1923, Μικρασιάτες από Θεσσαλονίκη και Πελοπόννησο και με τον εποικισμό να μας βοηθάει να στεριώσουμε.
Αφήγηση Απόστολου Παπαϊωάννου Χατζηαποστόλου
… πήγα στην Πρέβεζα, όπου ήταν οι δικοί μου και αμέσως ήταν ημέρες που θα μετέφεραν τους πρόσφυγες στην Μακεδονία για να εγκατασταθούν οριστικά μας έβαλαν σε ένα πλοίο και μας μετέφεραν στη Θεσσαλονίκη μας έβγαλαν στο Καραμπουρνάκι στη Μίκρα για να μας μεταφέρουν στην Πτολεμαΐδα στην Γαλάτεια (Τσορ) ημείς μείναμε εδώ και ήλθαμε στην Περαία. Όταν λέμε Περαία τότε δεν υπήρχε τίποτε ούτε ένα σπίτι μόνον μερικές σκηνές και είμαστε στον Νοέμβριο 1923. Όλοι στο ρέμα που είχε άφθονο νερό πιάσαμε από ένα συνεργείο άνδρες γυναίκες παιδιά και κόψαμε πλιθιά κουβαλήσαμε πέτρες και δεν υπήρχαν ούτε κάρα ούτε υποζύγια ευτυχώς κάποιος είχε 2 γαϊδουράκια με τα έδωσε και κουβάλησα πέτρες με τη σειρά φόρτωνα 2 φορτία για μένα και 2 για κείνον, έως ότου συμπλήρωσα όσες πέτρες χρειαζόμουνα και τα πλιθιά επίσης εναλλάξ και αφού τα κουβαλήσαμε τα υλικά κτίσαμε σπίτια πλίθινα μας έδωσε ο εποικισμός μερικά ξύλα και κεραμίδια και τα σκεπάσαμε …
Από τα τετράδια του παππού μου, Αλέκου Ματζάρη

No comments:
Post a Comment